Post Inferno- Προς Δαμασκόν
Μετά από αρκετό καιρό επισκέφτηκα σήμερα ξανά τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών και για άλλη μια φορά εντυπωσιάστηκα με τον άρτιο και προσεγμένο χώρο εκδηλώσεων. Στην Αθήνα λειτουργούν πάνω από εκατό θέατρα, και αυτό είναι πολύ παρήγορο, ειδικά σε αυτήν την εποχή της άθλιας οικονομικής συγκυρίας. Παρόλα αυτά, δεν μπορεί κανείς να αφήσει ασχολίαστο το γεγονός ότι τα περισσότερα από αυτά δυστυχώς δεν πληρούν ούτε τις βασικές συνθήκες παρακολούθησης μιας θεατρικής παράστασης: άβολα καθίσματα, έλλειψη εξόδων κινδύνου, μικροσκοπικές σκηνές, παντελή αδιαφορία για τους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα ( δεν υπάρχυν ράμπες, ασανσέρ κ.ο.κ.) Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν, νιώθεις μεγάλη χαρά να βρίσκεσαι σε έναν χώρο πολιτισμού εφάμιλλου με αυτούς της σύγχρονης Ευρώπης!
Το έργο που παρακολούθησα ήταν το «Προς Δαμασκόν», είναι η μοναδική τριλογία που έχει γράψει ο μεγάλος Σουηδός συγγραφέας Άύγουστος Στρίνμπεργκ και που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Συμπτωματικά, νωρίτερα μέσα στη σεζόν φέτος, είχα δει και τους «Συντρόφους» του ιδίου συγγραφέα- που σύμφωνα με τα δημοσιεύματα- παρουσιάστηκε και αυτό για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Οπότε έχουμε πολλές πρωτιές του Στρίνμπεργκ σε ελάχιστα γνωστά έργα του στη χώρα μας, γεγονός που είναι αισιόδοξο και καλοδεχούμενο από τους θεατρόφιλους.
Το «Προς Δαμασκόν» γράφτηκε από το 1898 έως το 1900 και σε ένα μεγάλο μέρος του είναι αυτοβιογραφικό, ο Στρίνμπεργκ μέσα από τον κεντρικό του ήρωα, τον Άγνωστο- διηγείται προσωπικά του βιώματα. Ο Άγνωστος είναι ο ίδιος ο συγγραφέας: γιος μιας ταπεινής γυναίκας, μιας δούλας – όπως ο ίδιος την ονομάζει-με τρεις αποτυχημένους γάμους και τρία αντίστοιχα διαζύγια, με οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα, ψάχνει να βρει τη λύτρωση, όπως θα πει χαρακτηριστικά ο ίδιος: « Ψάχνω την ευτυχία ή έστω το τέλος της δυστυχίας!»
Το 1896 ο Στρίνμπεργκ έγραψε άλλο ένα αυτοβιογραφικό κείμενο που το ονόμασε «Inferno» ( Κόλαση). Ο συγγραφέας εκείνη την εποχή αντιμετώπιζε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα, τα οποία ξεπέρασε κατά ένα μεγάλο μέρος αργότερα, οπότε ο τίτλος που επέλεξε η Ρούλα Πατεράκη να δώσει στην εμπνευσμένη διασκευή της είναι ταιριαστός με την ψυχολογική διάθεση του ίδιου του συγγραφέα: Post Inferno= Μετά την Κόλαση.
Στο πρώτο μέρος βλέπουμε τον Άγνωστο, το alter ego του συγγραφέα, να φλερτάρει με την Κυρία, αυτή είναι παντρεμένη με ένα γιατρό αλλά για χάρη του Αγνώστου θα παρατήσει τον άντρα της και θα κάνει ένα ελπιδοφόρο νέο ξεκίνημα στην ερωτική της ζωή. Στο δεύτερο μέρος ο Άγνωστος και η Κυρία είναι παντρεμένοι πλέον και αυτή ήδη εγκυμονεί, ο έρωτας όμως έχει χαθεί ανεπιστρεπτί και το ζευγάρι έχει φτάσει στον βαθμό να προσβάλλει ο ένας τον άλλον με την παραμικρή ευκαιρία. Στο τρίτο μέρος βλέπουμε την κατάβαση του Αγνώστου στον Άδη, ένας άγγελος έχει έρθει να τον πάρει και πριν το τέλος ο ήρωάς μας προσπαθεί να κάνει την ανασκόπησή του και να συμβιβαστεί για τελευταία φορά με όλα τα αγαπημένα του πρόσωπα. Θα έλεγα πως το τρίτο μέρος είναι ιδαίτερα σουρεαλιστικό και ότι ο κάθε θεατής μπορεί να το ερμηνεύσει όπως επιθυμεί. Τουλάχιστον αυτά αποκόμισα εγώ από την παράσταση χωρίς να έχω διαβάσει την τριλογία του Στρίνμπεργκ.
Η διασκευή καθώς και το ανέβασμα της Ρούλας Πατεράκη ( δική της είναι η δραματουργία, η σύνθεση καθώς και η συγγραφή της διασκευής της τριλογίας) είναι φιλόδοξο και δύσκολο. Κατ΄αρχίν να προετοιμαστείτε για μια τετράωρη παράσταση, γεγονός που από μόνο του καθιστά κουραστική την παρακολούθηση. Δεύτερον, το αποτέλεσμα είναι λίγο χαωτικό και σε ορισμένες στιγμές έχεις την αίσθηση της επανάληψης έντονη. Τρίτον: το έργο από μόνο του είναι βαρύ και αποκαρδιωτικό για τον θεατή, καθώς ο Στρίνμπεργκ αναζητά στην ουσία τον εαυτό του, βαθιά απογοητευμένος από τη ζωή του, τις οικογενειακές και ερωτικές του σχέσεις, την αμφισβήτηση του ταλέντου του, τις οικονομικές του απολαβές. Μένουμε όλοι σύμφωνοι, ευτυχία δεν υπάρχει αλλά εδώ έχουμε τα προβλήματα να γιγαντώνονται, οι άνθρωποι παρουσιάζονται με την πιο ποταπή μορφή τους, η τέχνη δεν καταφέρνει να λυτρώσει. Βαθιά πεσιμιστικό το κείμενο λοιπόν από μόνο του, σε μελαγχολεί κάποιες φορές και δεν σου προσφέρει την επιθυμητή, θεατρική κάθαρση.
Παρόλα αυτά αξίζουν θερμά συγχαρητήρια και στην ίδια τη Ρούλα Πατεράκη, που επέλεξε να καταπιαστεί με μια τριλογία διάρκειας οκτώ ωρών και να την μετατρέψει σε ένα – όσο μπορούσε- τετράωρο έπος, όπως επίσης και στους ηθοποιούς που ενσάρκωσαν τους ρόλους και ιδιαίτερα στον καταπληκτικό Λάζαρο Γεωργακόπουλο, που υποδύθηκε τον Άγνωστο, την ψυχή του έργου. Επάξια δίπλα του στάθηκαν η Λουκία Μιχαλοπούλου, ο Αλέκος Συσσοβίτης, η Κωνσταντίνα Τάκαλου και πολλοί άλλοι.