Ο κύκλος των μάταιων πράξεων
Δεν είναι ένας υπέροχος τίτλος είτε για άρθρο είτε για βιβλίο; Φυσικά και είναι, δυστυχώς δεν είναι δικής μου εμπνεύσεως αλλά του συγγραφέα Σπύρου Τζόκα, πρώην δημάρχου Καισαριανής και ιστορικού. Το βιβλίο του με τον προαναφερόμενο τίτλο ¨Ο κύκλος των μάταιων πράξεων¨είναι το πρώτο λογοτεχνικό έργο που μας δίνει ο Σπύρος Τζόκας, έκδοσης Εύμαρος, 2014.
Μέσα από αυτό το βιβλίο, ο Τζόκας, μας διηγείται την πραγματική ιστορία του Ναπολέοντα Σουκατζίδη, ενός από τους 200 εκτελεσθέντες από τους Γερμανούς στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής την Πρωτομαγιά του 1944. Και για να θυμηθούμε λίγο και την ιστορία: στις 27 Απριλίου του 1944 ο Έλληνας αγωνιστής Μανώλης Σταθάκης μαζί με μια ομάδα του ΕΛΑΣ σκοτώνει τον Γερμανό στρατηγό Κρεντς στους Μολάους της Λακωνίας. Ως αντίποινα οι Γερμανοί αποφασίζουν να εκτελέσουν 200 Έλληνες κουμουνιστές. Ανάμεσά τους είναι και ο Ναπολέοντας Σουκατζίδης.
Ο Ναπολέοντας Σουκατζίδης γεννιέται στην Προύσα της Μικράς Ασίας το 1909, σε ηλικία 13 ετών αυτός και η οικογένειά του ξεριζώνονται λόγω της Μικρασιατικής καταστροφής, έρχονται στην Ελλάδα και αντιμετωπίζονται ως ¨τουρκοσπορίτες¨, εγκαθίστανται στην Κρήτη και καταφέρνουν σιγά σιγά να ριζώσουν. Ο ίδιος θα αποφοιτήσει από την Ανώτατη Εμπορική Σχολή στο Ηράκλειο και θα εργαστεί ως λογιστής σε μια μεγάλη εταιρεία. Από νεαρή ηλικία συνδικαλίζεται και γίνεται μέλος του ΚΚΕ. Θα φυλακιστεί το 1936 με την δικτατορία του Μεταξά στις φυλακές της Ακροναυπλίας, έκτοτε θα μείνει για πάντα φυλακισμένος. Το 1940 άρχισε ο πόλεμος της Ελλάδας με την Ιταλία, αυτός και άλλοι φυλακισμένοι ζήτησαν να πολεμήσουν ενάντια στον κατακτητή, αλλά δεν τους άφησαν, εν αντιθέσει τους κράτησαν φυλακισμένους σε διάφορες φυλακές και όταν πλέον ήρθαν ως κατακτητές οι Γερμανοί, τους παρέδωσαν σε αυτούς. Επί γερμανικής κατοχής ο Σουκατζίδης εργάστηκε εντός των φυλακών ως διερμηνέας, αφού ήταν πολύ μορφωμένος και πολύγλωσσος, μιλούσε την γερμανική, την αγγλική, τη ρωσσική, τη γαλλική και φυσικά την ελληνική γλώσσα. Την ώρα της εκτελέσεως του δόθηκε η ευκαιρία να γλιτώσει αφού ο Γερμανός διοικητής του έδωσε χάρη λόγω της πολύτιμης μεταφραστικής εργασίας του, αλλά ο Σουκατζίδης την αρνήθηκε, μην θέλοντας στη θέση του να εκτελεστεί κάποιος άλλος συνάνθρωπός του.
Και τώρα ξαναρχόμαστε στον τίτιλο του βιβλίου του Σπύρου Τζόκα, πόσο μάταιο ήταν αυτό που έκανε ο Ναπολέοντας Σουκατζίδης; Τι κέρδισε με την αυτοθυσία του στην ηλικία των 35 ετών; Θα μπορούσε να είχε δεχθεί την προσφορά του Γερμανού διοικητή και να ζούσε, να παντευόταν τη γυναίκα που ποθούσε, να έκανε παιδιά, να εργαζόταν. Κακά τα ψέμματα, η ζωή είναι γλυκιά. Και ως απάντηση, θα έρθω εγώ και θα πω τώρα, ήταν το ίδιο μάταιο με τον θάνατο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, που ήξερε ότι θα αλωθεί η Πόλη και είχε την ευκαιρία να φύγει μακριά αλλά δεν το έκανε. Ήταν το ίδιο μάταιο με τη θυσία του Λεωνίδα και των 300 που γνώριζαν εξ αρχής το αποτέλεσμα της μάχης αλλά κράτησαν Θερμοπύλλες. Ήταν το ίδιο μάταιο με πολλές άλλες ηρωικές στιγμές ανθρώπων που ίσως δεν θα τις μάθουμε ποτέ. Στο κάτω κάτω, τι είναι ο ήρωας; Ένας τρελός που αψηφά τα πάντα για ένα ιδεώδες. Για αυτό κιόλας λέγεται ήρωας. Τι κερδίζει; Ίσως τίποτα, ίσως τα πάντα. Τα έχει καλά όμως με τη συνείδησή του. Τι κέρδισε ο Ναπολέοντας Σουκατζίδης που αρνήθηκε την προσφορά του Γερμανού; Τι κέρδισαν τόσοι αγωνιστές και αντιφρονούντες; Τον σκληρό καπιταλισμό ούτως ή άλλως δεν τον αποφύγαμε, πέρασαν πάνω από πενήντα χρόνια και στα ίδια και χειρότερα καταλήγουμε. Ίσως το μόνο που κέρδισε ο Σουκατζίδης να ήταν η αξιοπρέπειά του, η ανθρωπιά του, η πίστη του σε ένα καλύτερο αύριο, γιατί είναι λυτρωτικό τελικά να πιστεύεις σε κάτι καλύτερο, να πιστεύεις στους ανθρώπους κι ας πάνε όλα κατά διαόλου!
Όλη αυτήν την ιστορία δεν θα ήμουν εδώ να σας την πω, αν δεν ήταν η θεατρική ομάδα Πείρα ( γ) μα , που αποφάσισε να διασκευάσει το έργο του Τζόκα και να το παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό. Η ομάδα Πείρα( γ) μα δημιουργήθηκε πριν οκτώ χρόνια περίπου, επαγγελματίες ηθοποιοί όλοι τους, αποφάσισαν να κυνηγήσουν το όνειρο, δεν επιδοτούνται από πουθενά, ελεύθεροι επαγγελματίες είναι που ανεβάζουν παραστάσεις σε καφέ, σε δημοτικά θέατρα, σε διάφορους χώρους με ελεύθερη συνεισφορά των θεατών, δεν προσδιορίζουν το εισιτήριο αλλά αφήνουν στην καλή διάθεση των θεατών και στη δυνατότητά τους το αντίτιμο της διασκέδασης που προσφέρουν.